Νεολουδισμός και μάθηση


Τον Νοέμβριο του 1811, στο Νοτιγχαμσάιρ της Αγγλίας, ορισμένοι ειδικευμένοι εργάτες κλωστοϋφαντουργίας κατέστρεψαν τους νέους αυτοματοποιημένους αργαλειούς, φοβούμενοι ότι οι καινούριες συσκευές θα επηρέαζαν δυσμενώς το μέλλον τους. Έμειναν στην ιστορία ως «Λουδίτες», ονομασία που απέκτησαν από τον Νεντ Λουντ, έναν μαθητευόμενο υφαντή, ο οποίος μερικά χρόνια νωρίτερα είχε σπάσει έναν αργαλειό εξοργισμένος με το αφεντικό του που τον ξυλοκόπησε. Οι Λουδίτες δρούσαν οργανωμένα ως μυστική ομάδα, δίνοντας μάλιστα όρκο σιωπής. Κατ’ αρχήν, αξίωναν από τους εργοδότες την απομάκρυνση των νέων μηχανών και, αν δεν το έπρατταν, εισέβαλλαν το βράδυ και διέλυαν τα μηχανήματα με σιδερένια σφυριά. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ο «λουδισμός» εξαπλώθηκε στο Γιορκσάιρ, το Λανκασάιρ, το Μάντσεστερ και το Στόκπορτ, όπου οι εργάτες του μαλλιού και βαμβακιού κυρίως, ακολούθησαν την ίδια τακτική, καταστρέφοντας μηχανές και βάζοντας φωτιές σε εργοστάσια. Τελικά, οι ταραχές κατεστάλησαν με άσκηση κρατικής βίας: δεκάδες Λουδίτες καταδικάστηκαν σε απαγχονισμό και πολλοί εξορίστηκαν στην Αυστραλία. 

Οι Λουδίτες δεν ήταν ούτε οι πρώτοι ούτε οι τελευταίοι που εναντιώθηκαν στα νέα μέσα. Αντιδράσεις προκάλεσε η ραπτομηχανή, η γραφομηχανή, ο υπολογιστής και σχεδόν κάθε νέο και άγνωστο μέσο. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, η θαυμαστή εξέλιξη της τεχνολογίας παράγει παραπλεύρως έντονη ανησυχία και μάταιη αντίσταση στο μέλλον. Οι σύγχρονοι «Λουδίτες» δεν σπάνε μηχανές, αλλά αναπτύσσουν εχθρική σχέση με την τεχνολογία, ενοχοποιώντας την για οτιδήποτε κακό. Κατά κύριο λόγο, διαβλέπουν φρικτές επιδράσεις από τα καινούρια μέσα και προβλέπουν ένα δυσοίωνο μέλλον για την ανθρωπότητα. 

Ίχνη νεολουδισμού παρατηρούνται σε διάφορα πεδία. Στην εκπαίδευση, συγκεκριμένα, ορισμένες χώρες –μεταξύ των οποίων και η Κύπρος– έχουν προχωρήσει στον περιορισμό ή και την απαγόρευση του ασύρματου δικτύου στα σχολεία, προβάλλοντας λόγους ασφάλειας. Σε μια περίοδο «ασφαλειοποίησης», κάθε επίκληση λόγων ασφάλειας αποκτά, αυτομάτως, ισχυρό κοινωνικό έρεισμα. Στο πλαίσιο τούτο, τα διακυβεύματα στερούνται ψύχραιμης ενατένισης και καθίστανται αυταπόδεικτα, δίχως να επιδέχονται καμία αμφισβήτηση. Η συστηματική καλλιέργεια κλίματος ανασφάλειας όσον αφορά τα νέα μέσα επενεργεί ως παράγων διασποράς φόβου, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα μαζική και απροβλημάτιστη συναίνεση ως προς τις θεραπείες που θεωρητικά αποκαθιστούν την ασφάλεια. 

Είναι, όμως, βάσιμος ο φόβος για τη χρήση ασύρματων δικτύων στα σχολεία; Σύμφωνα με την έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας «Ηλεκτρομαγνητικά Πεδία και Δημόσια Υγεία», δεν υπάρχουν πειστικά επιστημονικά στοιχεία ότι τα ασθενή σήματα RF από τα ασύρματα δίκτυα έχουν δυσμενείς επιδράσεις στην υγεία. Επιτόπου μετρήσεις του Π.Ο.Υ. έδειξαν ότι οι εκθέσεις RF από τις ασύρματες τεχνολογίες σε χώρους προσβάσιμους από το κοινό (συμπεριλαμβανομένων των σχολείων και των νοσοκομείων) είναι κατά κανόνα χιλιάδες φορές χαμηλότερες από τα όρια των διεθνών κανονισμών. Στην Αγγλία, η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας (PHE), εκτελεστικός οργανισμός του Υπουργείου Υγείας, σε συνεργασία με το Συμβουλευτικό Σώμα για τη Μη Ιονίζουσα Ακτινοβολία (AGNIR) διαπιστώνουν ότι δεν υπάρχει σοβαρός λόγος περιορισμού του ασύρματου δικτύου στα σχολεία. Τότε για ποιον λόγο η ασύρματη σύνδεση δαιμονοποιείται; Τι είναι αυτό που προκαλεί φόβο; Κατά τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο φόβος του κοινού πηγάζει, κυρίως, από διάφορες ανακοινώσεις των ΜΜΕ για ανεπιβεβαίωτες επιστημονικές μελέτες, οι οποίες δημιουργούν αίσθημα αβεβαιότητας και την εντύπωση ότι μπορεί να υπάρχουν άγνωστοι και ανεξερεύνητοι κίνδυνοι. 

Οι υποστηρικτές της απαγόρευσης της ασύρματης σύνδεσης στα σχολεία διατείνονται ότι η ενσύρματη σύνδεση προσφέρει τις ίδιες δυνατότητες. Αυτό όμως δεν ευσταθεί. Εκτός από το γεγονός ότι η ενσύρματη δικτύωση κοστίζει πολύ περισσότερο από την ασύρματη, περιστέλλει τις μαθησιακές ευκαιρίες. Η ενσύρματη σύνδεση αναγκαστικά περιορίζει την πρόσβαση σε συγκεκριμένα σημεία. Η ασύρματη δικτύωση, απεναντίας, προτείνει και προσκαλεί τους δρώντες της μάθησης σε νέα σχέση με τον σχολικό χώρο. Κάθε σχολείο με ασύρματο δίκτυο είναι ένα θεμελιωδώς διαφορετικό μαθησιακό περιβάλλον. Όλα τα σημεία του σχολικού χώρου παρουσιάζουν ευκαιρίες δράσης και μάθησης. Η φορητότητα των σύγχρονων συσκευών επιτρέπει την ανάδυση νέων μεθόδων διδασκαλίας. Η χρήση, για παράδειγμα, έξυπνων κινητών, ταμπλέτων, γυαλιών επαυξημένης πραγματικότητας και άλλων νέων συσκευών, εξατομικεύει και μεγεθύνει τη διαδραστικότητα της διδασκαλίας, ενισχύει τη συνεργασία, ενώ αυξάνει παράλληλα τα κίνητρα και τη συμμετοχή των μαθητών. Κάνει, επίσης, την τάξη και το σχολείο ένα απολαυστικό μέρος, παρόμοιο με την εξωσχολική καθημερινότητα των μαθητών. Η απαγόρευση, λοιπόν, του ασύρματου δικτύου, οδηγεί στη μη αξιοποίηση μιας ολόκληρης γενιάς νέων μέσων και κατ’ επέκταση στην εκβάθυνση του χάσματος του σχολείου με την πραγματικότητα που ζουν οι μαθητές. 

Ο περιορισμός ή και η απαγόρευση της ασύρματης σύνδεσης στα σχολεία έχει αναμφίβολα ανυπολόγιστες συνέπειες στη μάθηση. Είναι σημαντικό να υπάρξει ορθή ενημέρωση, ώστε να μετριαστούν οι φόβοι και με σαφήνεια να παρουσιαστούν οι προοπτικές της διδασκαλίας με τη χρήση νέων μέσων ασύρματης σύνδεσης. Σε τελική ανάλυση, τα σχολεία χρειάζονται περισσότερες ευκαιρίες, αντί για περισσότερους περιορισμούς και απαγορεύσεις.

Του Αντώνη Ζαρίντα

Digi-digi template

Back to TOP