Για την Ελλάδα...

Του Αντώνη Ζαρίντα

Περί οικονομίας 

Ενδεχομένως, όταν ο Adam Smith διατύπωνε στο 18ο αιώνα την άποψή του περί «αόρατου χεριού» που ρυθμίζει την οικονομική ζωή, δεν θα λογάριαζε ότι μετά από 250 περίπου χρόνια θα γινόταν κάτι παραπάνω από ορατό και αισθητό, στραγγαλίζοντας ολόκληρους λαούς. Ούτε, ότι θα έμοιαζε με την προέκταση ενός στυγνού δολοφόνου, σκοτώνοντας, θαρρείς, την ίδια την αξιοπρέπεια. 

Ο νεοφιλελευθερισμός, υπό το μότο «μικρότερα κράτη – μεγαλύτερες αγορές», οδήγησε την ανθρωπότητα στη δίνη της οικονομικής καταστροφής. Οι συστημικές του αδυναμίες αποσιωπήθηκαν, χρεώνοντας ρητά την αποτυχία του σε ολάκερες χώρες και λαούς, χαρακτηρίζοντάς τες ως εκ της φύσεώς τους προβληματικές. Η εύκολη λύση ενός εγωκεντρικού και αλαζονικού συστήματος.

Η Ελλάδα βρέθηκε εγκλωβισμένη ανάμεσα στην παθογένεια του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, στην πολιτική ατολμία και ανευθυνότητα και στους εξωτερικούς εκβιασμούς των πιστωτών, του ΔΝΤ, της ΕΚΤ. Υιοθέτησε, με το πιστόλι στον κρόταφο, απάνθρωπα μέτρα με ληστρικούς όρους, τα οποία βαφτίστηκαν ως βοήθεια. Στην ουσία, όμως, «όλα γίνονται, αρκεί να μη χάσουν οι τράπεζες. Και τελικά να μην έχουν κανένα ρίσκο!» (Τσόμσκι, 2011:3).

Συν τοις άλλοις, ο ελληνικός λαός φιμώθηκε, αφού δεν είχε τη δυνατότητα να εκφράσει δημοκρατικά την άποψη του. Η περίπτωση της Ελλάδας, με τη βίαιη αναχαίτιση της βούλησης των Πολιτών, είναι, ίσως, ο προάγγελος ενός νέου είδους «δημοκρατίας», αυτής που προωθούν οι «αγορές». Μιας δημοκρατίας μόνο κατ’ όνομα, στο βαθμό που η λήψη αποφάσεων μεταβιβάζεται σε διεθνή κέντρα πέραν απ’ τον έλεγχο του λαού. Πλέον, «η δημοκρατία σε μια χώρα δεν είναι ικανή να αμυνθεί απέναντι στις επιταγές ενός καπιταλισμού που διαπερνά τα εθνικά σύνορα» (Χάμπερμας, 2011:2). Συνεπακόλουθα, αναδύεται μια ολιγαρχία με δημοκρατικό μανδύα. Πράγματι, είναι θλιβερά ειρωνικό η «δημοκρατία των αγορών» να δοκιμάζεται ακόμα και στη χώρα που γέννησε τη «Δημοκρατία των Πολιτών».
Η λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού, όμως, δεν γνωρίζει ιστορία. Ούτε και διαθέτει εθνικά, νομικά, πολιτικά ή άλλα αντανακλαστικά. Συναισθηματικά δε, υστερεί καταφανώς. Κι από μνήμη, κοντόφθαλμη. Ως οικονομικό σύστημα, δεν έχει καμία σχέση με την υπευθυνότητα, αλλά με την ανάπτυξη και την κερδοσκοπία (Hobsbawm[1]). Η μόνη σταθερά είναι το απόλυτο κέρδος που επιτυγχάνεται με κάθε είδους μέσο. 
Η Ελλάδα δεν είναι το θύμα, είναι ένα από τα πρώτα θύματα. Πολλές χώρες θα πάρουν σειρά, αφού ο νεοφιλελευθερισμός επενδύει στις διεφθαρμένες δοσοληψίες και στα επιπόλαια χρέη. Στοιχηματίζει στην οικονομική κατάρρευση χωρών, εφόσον «ό,τι είναι δημόσιο έλλειμμα συνιστά στην ουσία ιδιωτικό πλεόνασμα [….]» (Βεργόπουλος, 1999:36). Στο βαθμό που όλες οι χώρες είναι χρεωμένες, άρα δέσμιες των πιστωτών, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δεχθούν κι αυτές οσονούπω εκβιαστικά τελεσίγραφα «διάσωσης».

Τα κέντρα εξουσίας στέλνουν μέσω της Ελλάδας κι ένα μήνυμα στο παγκόσμιο. Ότι αν δεν συμμορφωθούν με τους νέους όρους, θα έχουν κι αυτές τις ίδιες συνέπειες. Όντως, η μέθοδος του «μπαμπούλα» είναι προσφιλής στο νεοφιλελευθερισμό. Τρομοκρατούν τις χώρες ότι εάν δεν αποδεχθούν παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων και εθνικών πόρων, δεν θα μπορούν να ελπίζουν σε μια μελλοντική συμμετοχή στην κραιπάλη του νεοφιλελευθερισμού. Αυτό είναι, όμως, το όραμα; Μια εγωιστική κοινωνία πνιγμένη στην αδηφαγία και στη μεταφυσική της επιθυμία να καταστεί κάποτε συμμέτοχη στην ηδονή; Ο Αλέξης Ντε Τοκβίλ, ένας ανατρεπτικός Γάλλος πολιτικός στοχαστής του 19ου αιώνα, «δεν βλέπει στη διαδικασία αυτήν κανένα σπέρμα προόδου,[…], εκείνο που αποκλειστικά βλέπει είναι θλίψη και κατήφεια» (Κωνσταντακόπουλος, όπως αναφέρεται σε Κονιόρδος, 2009:42). Ακόμη, «δεν κρύβει τον αποτροπιασμό του για μια κοινωνία που γενικεύει το πάθος για υλικά αγαθά αφήνοντας κατά μέρος τη δόξα και το μεγαλείο του ανθρώπινου είδους» (Κωνσταντακόπουλος, όπως αναφέρεται σε Κονιόρδος, 2009:44). Πράγματι, το ατέρμονο κυνήγι του πλουτισμού προκαλεί μία αίσθηση επίπλαστης ευτυχίας, όμοιας με τη δυστυχία. Όμως, η απόλαυση των ηδονών του καπιταλισμού δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στους Έλληνες. Η Ελλάδα ουδέποτε απολάμβανε – στο βαθμό που άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες απολαμβάνουν – τους σαγηνευτικούς καρπούς των ανοικτών αγορών. «Η λατρεία του χρήματος, ο φετιχισμός, η φιλαργυρία, η τοκογλυφία, η χρυσοφιλία, ως κοινωνικοί νόσοι, υπάρχουν από αρχαιοτάτων χρόνων[….]» (Βεργόπουλος, 1999:50) και δεν αποτελούν ελληνική ιδιοκτησία. 

Εν κατακλείδι, ο φονταμενταλιστικός νεοφιλελευθερισμός φαντάζει να μην έχει μέλλον, εφόσον συγκρούεται με τους Πολίτες. Η παγκόσμια εμφάνιση κοινωνικών κινημάτων υπέρ της άμεσης δημοκρατίας, είναι απόδειξη ότι οι Πολίτες δεν κρύβονται στην κρίση, τουναντίον, την παλεύουν. Συνεπώς, η συμπαράσταση στην Ελλάδα, δεν έχει να κάνει με εθνικά κριτήρια. Είναι, πρωτίστως, μια τρανή αποδοκιμασία του παγκόσμιου διεφθαρμένου πολιτικοοικονομικού συστήματος, ένα χαστούκι στις «αγορές». Ένα μήνυμα ότι οι Πολίτες είναι πρώτα Άνθρωποι και μια υπενθύμιση ότι, παρόλη τη σήψη, υφίσταται ακόμη αλληλεγγύη. 

Η Ελλάδα δεν ζητά βοήθεια οργανισμών, ζητά συμπόρευση Πολιτών. Στο γαλάζιο της Ελλάδας ας καθρεφτιστούν οι πόθοι ολάκερης της οικουμένης για Ανθρωπιά και Δημοκρατία. Το κρυστάλλινο νερό της Ελλάδας, ας γίνει χείμαρρος ξεπλένοντας τις ανομίες και ποτίζοντας τις ελπίδες του κόσμου όλου!



Περί στερεοτύπων 


Η παρατήρηση του Τοκβίλ, ότι «στις δημοκρατικές κοινωνίες η πνευματική τυραννία παίρνει τη μορφή της κοινής γνώμης»[2] (Κωνσταντακόπουλος, όπως αναφέρεται σε Κονιόρδος, 2009:48), φαίνεται να επαληθεύεται στις μέρες μας, αφού η παγκόσμια κοινή γνώμη έχει θέσει την Ελλάδα στο στόχαστρο. Με τη χρήση υπεραπλουστευμένων εικόνων, λαϊκίστικων λόγων και αυθαιρέτων συμπερασμάτων, δημιούργησε μια στερεοτυπική και αναληθή εικόνα για την Ελλάδα. Οι Έλληνες, ένας λαός με ιστορία και περηφάνια, διασύρεται ανά το παγκόσμιο ως το μποέμικο παιδί. Ως ο αδύναμος κρίκος ενός παγκόσμιου συστήματος που δεν ήταν «άξιο» μέλος. Παρουσιάζεται ως η εξαίρεση που δεν κατάφερε να ακολουθήσει τις υπόλοιπες χώρες στην «πρόοδο», αλλά με τα λάθη της θέτει τις παγκόσμιες ισορροπίες σε κίνδυνο. Καθόλου τυχαίο, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι απολογητές του νεοφιλελευθερισμού μετακυλούν τις τεράστιες ευθύνες τους στον απλό κόσμο, προσπαθώντας να τον πείσουν ότι πάσχει εγγενώς.

Αποτελεί, όμως, ψυχολογικό αξίωμα ότι το «πρόβλημα» δεν αποτελεί ιδιοκτησία του ενός, αλλά είναι συνιδιοκτησία. Όλα τα διακυβεύματα είναι μέρη ενός ευρύτερου όλου. Συνεπώς, τα προβλήματα δεν είναι, κατ’ ανάγκη, απότοκα μεμονωμένων δυσλειτουργιών ή ατομικών ελλειμμάτων, αλλά προκύπτουν μέσα από πλέγματα σχέσεων, πράξεων, παραλείψεων, ακόμα και εκβιασμών. Υπ’ αυτό το πρίσμα, τα προβλήματα της Ελλάδας δεν μπορούν παρά να προσεγγιστούν ως παρεπόμενα διεθνών πολιτικοοικονομικών διεργασιών. Εξάλλου, πώς μπορεί κάποιος να επιμένει για αποκλειστικά εντόπια προβλήματα, στο βαθμό που οι πολιτικοοικονομικές εξελίξεις τεκταίνονται σε παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον;

Η Ελλάδα, ίσως αποτελεί εξαίρεση ως προς τη δυνατότητά της να διαχειριστεί δημοκρατικά και αυτόβουλα την κρίση. Αντ’ αυτού, αφοπλίστηκε, αφού της στερήθηκε το δικαίωμα να υποστηρίξει ότι τα χρέη της ήταν απεχθή (π.χ. ΗΠΑ για Ιράκ[3]), ή να διενεργήσει δημοψηφίσματα (π.χ. Ισλανδία[4]), ή ακόμη, να αποπέμψει το ΔΝΤ (π.χ. Ισημερινός[5]). Προφανώς, δεν ήταν τόσο θύμα των δικών της αδυναμιών, όσο εξωτερικών εκβιασμών. «Ταυτόχρονα οι πολυεθνικές οργανώσεις έγιναν ισχυροί ανταγωνιστές του εθνικού κράτους» (Χάμπερμας, 2003:115) με την Goldman Sachs, τη Siemens κ.ά. να συμπεριφέρονται ως σκιώδεις κυβερνήσεις. Συνεπώς, πώς νομιμοποιούνται τα διάφορα στερεότυπα περί εγγενών αδυναμιών των Ελλήνων, στο βαθμό που στα κράτη «[…]το χρήμα υποκαθιστά την εξουσία» (Χάμπερμας, 2003:115), παραμερίζοντας τους πολίτες;

Στις επιθέσεις κατά της Ελλάδας που αγγίζουν ακόμη και τα όρια του ρατσισμού, η Ευρώπη παραμένει απούσα. Η γνωστή ρήση του Ζαν Μοννέ «Ενώνουμε λαούς, όχι κράτη», φαντάζει ρομαντική στη σημερινή αποκαρδιωτική εποχή. Εξήντα χρόνια μετά, η ΕΕ μοιάζει να είναι μοιρασμένη στα δυο: στους «Πατρικίους» και στους «Πληβείους». Ο Μάνος Χατζιδάκις το διέγνωσε από τις αρχές της δεκαετίας του ’90:

Κοιτάχτε, ετοιμαζόμαστε για μία άλλου είδους σκλαβιά τώρα. Η ευρωπαϊκή ενότητα, τί νόμισες, ότι είναι; Είμαστε πραγματικά ένα κράτος με δύναμη, ώστε να μπορέσουμε να επιβάλουμε απόψεις; Θα γίνουμε μία επαρχία, στην οποία θα μας διοικεί η Ευρώπη και θα έχουμε μία ψευδαίσθηση, ότι συνδιοικούμεθα στην Ευρώπη. Λοιπόν, αυτή δεν είναι μία σκλαβιά; [….] Αλλά βέβαια ο τόπος μας προχωράει πάντα με τις εξαιρέσεις του, έτσι θα προχωρήσουμε και στο μέλλον[6].

Όπως ο τόπος προχωράει πάντα με τις εξαιρέσεις του, έτσι και η Ελλάδα θα προχωρήσει, όντας εξαίρεση. Ναι, η Ελλάδα είναι εξαίρεση, ως προς τη διαχρονική της πίστη στις οικουμενικές αξίες της Ελευθερίας και Δημοκρατίας. Ως προς την Αξιοπρέπεια που τη χαρακτηρίζει. Ως προς τα πνευματικά κληροδοτήματα που προσφέρει στην ανθρωπότητα. Ναι, η Ελλάδα, είναι η θετική εξαίρεση!



Περί πολιτισμού


Την ώρα που στο χρηματιστήριο της οικονομικής αδηφαγίας, η Ελλάδα κατατάσσεται ως «σκουπίδι», σ’ αυτό του πολιτισμού, η μετοχή της παραμένει ανεκτίμητη. Πρόκειται για μια αναλλοίωτη αξία που δεν μετριέται με νομισματικά κριτήρια. Ούτε μπορεί να υποβαθμιστεί, να υποτιμηθεί, να αγνοηθεί. Αυτή τη στιγμή, η ανθρωπότητα δεν στερείται αγορών. Στερείται Δημοκρατίας, στερείται Πολιτισμού. Συνεπώς, ένας αναστοχασμός πάνω στο τι σημαίνει Ελλάδα, είναι απαραίτητος όσο ποτέ άλλοτε. 

Αναμφίβολα, ο πολιτισμός είναι η κορωνίδα της παγκόσμιας προσφοράς της Ελλάδας, αφού αποτελεί κτήμα όλων των ανθρώπων. Δεν παραμένει εντόπια εγκλωβισμένος μέσα σ’ ένα πέπλο απομονωτικής αυτάρκειας και αρχαιολατρίας, τουναντίον, αποτελεί το βασικότερο κόμβο που διασταυρώνεται κάθε πνευματική διεργασία στο παγκόσμιο. Η καθημερινή επίκληση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας είναι ένα από τα σημαντικότερα κληροδοτήματα της Ελλάδας. 

Ο ελληνικός πολιτισμός δεν λειτούργησε ποτέ στατικά και μονολιθικά. Ως βαθιά εξωστρεφής, απευθύνθηκε προς την οικουμένη και συναντήθηκε με τις πνευματικές αναζητήσεις των ανθρώπων του κόσμου όλου. Επηρέασε καθοριστικά όσους ασχολούνται με την τέχνη. Ενώθηκε με διάφορες γλώσσες, «γεννώντας» νέες οπτικές των πραγμάτων. Πρόσφερε στην επιστήμη το «πρωτόγαλα», δίνοντάς της νόημα. Συμπορεύθηκε με λαούς που διψούσαν για δημοκρατία. Εν ολίγοις, συναναστράφηκε με κάθε είδους έκφανση Ζωής. 

Συνεπακόλουθα, δεν ιδιωτικοποιείται. Αντιθέτως, μεταλαμπαδεύεται διαχρονικά από γενιά σε γενιά, και κοινωνικοποιείται καθημερινά σε κάθε γωνιά της Γης. Υπ’ αυτό το πρίσμα, το να βάλλει κανείς λυσσαλέα την Ελλάδα, είναι ωσάν να βάλλει ένα κομμάτι του εαυτού του. Το κομμάτι της Παιδείας του, του Είναι του, του πιο ωραίου του κομματιού. 

Η Ελλάδα, μια χώρα με τόσο βαθιές ρίζες και τεράστια συμβολή στον παγκόσμιο πολιτισμό, δεν μπορεί παρά να βρίσκει αλληλέγγυους τους απανταχού ανυπότακτους των επιταγών της νέας χρηματιστικής «ορθοδοξίας». Όσους πιστεύουν ότι οι σειρήνες του νεοπλουτισμού, παρόλο που εκτροχίασαν την ανθρωπότητα, δεν μπορούν να επιφέρουν το τέλος του Ανθρώπου και των Αξιών. Η Ελλάδα, με την οικουμενική συμπαράσταση μπορεί, διότι έχει ιστορία και πολιτισμό. Η Ελλάδα μπορεί, αφού έχει μάνα και πατέρα!


[1] Βλ. συνέντευξη/βίντεο του Eric Hobsbawm στο BBC: http://news.bbc.co.uk/2/hi/programmes/
newsnight/9682626.stm
[2] Κατά τον Τοκβίλ οι άνθρωποι οικειοθελώς υιοθετούν τα κελεύσματα της πλειοψηφίας, θεωρώντας τα αληθοφανή, ένεκα της μαζικής υποστήριξης που τυγχάνουν (Κωνσταντακόπουλος, όπως αναφέρεται σε Κονιόρδος, 2009:48).
[3] Βλ. ντοκιμαντέρ «Χρεοκρατία» http://www.debtocracy.gr/
[4] Βλ. ντοκιμαντέρ «Μαθήματα από τους Βίκινγκς» http://www.exandasdocumentaries.com/
[5] Βλ. ντοκιμαντέρ «Χρεοκρατία» http://www.debtocracy.gr/
[6] Βλ. http://www.youtube.com/watch?v=VrTiHX_QhBQ

Digi-digi template

Back to TOP